- σαθρότης
- σαθρότηςunsoundnessfem nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
σαθρότητα — σαθρότης unsoundness fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σαθρότητι — σαθρότης unsoundness fem dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σαθρότητος — σαθρότης unsoundness fem gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σαθρότητα — η / σαθρότης, ητος, ΝΜΑ [σαθρός] έλλειψη στερεότητας και αντοχής, το επισφαλές πραγμάτων ή καταστάσεων (| νεοελλ. έλλειψη βάσης στις αντιλήψεις κάποιου … Dictionary of Greek
ԽԱՐԽԱԼԱՆՔ — (նաց.) NBH 1 0931 Chronological Sequence: Unknown date գ. σαθρότης pravitas. Խարխուլն գոլ. դեդեւանք. գայթումն. սխալանք. վատթարութիւն. *(Յընդարձակ ճանապարհի) բազում խարխալանք, եւ վնասք. Ոսկ. ՟Ա. 24 … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)